-
Ποιοι είμαστε
Ποιοι είμαστεΟ Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ) συμμετέχει στο Σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, ως ο κορυφαίος διακυβερνητικός οργανισμός που προωθεί την ανθρώπινη και εύρυθμη μετανάστευση προς όφελος όλων. Ο ΔΟΜ έχει παρουσία στην Ελλάδα από το 1952.
Σχετικά
Σχετικά
Ο ΔΟΜ παγκοσμίως
Ο ΔΟΜ παγκοσμίως
-
Η δουλειά μας
Η δουλειά μαςΩς ο κορυφαίος διακυβερνητικός οργανισμός που προωθεί την ανθρώπινη και εύρυθμη μετανάστευση, ο ΔΟΜ διαδραματίζει βασικό ρόλο στην επίτευξη της Ατζέντας του 2030 μέσω διαφορετικών τομέων παρέμβασης που συνδυάζουν τόσο την ανθρωπιστική βοήθεια όσο και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, ο ΔΟΜ υποστηρίζει τους μετανάστες μέσω ποικίλων δραστηριοτήτων υποστήριξης και προστασίας.
Cross-cutting (παγκοσμίως)
Cross-cutting (παγκοσμίως)
- Στατιστικά & Πηγές
- Ανάλαβε δράση
- 2030 Agenda
Σημαντικά κενά στα δεδομένα της μετανάστευσης θέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο πρόσφυγες, μετανάστες, εκτοπισμένα παιδιά
15 Φεβρουαρίου 2018
Κοινό Δελτίο Τύπου IOM, UNICEF, UNHCR, Eurostat και ΟΟΣΑ
Το 2016, 28 εκατομμύρια παιδιά ζούσαν σε συνθήκες αναγκαστικού εκτοπισμού, ωστόσο τα πραγματικά νούμερα είναι πολύ μεγαλύτερα. Σημαντικά κενά στα δεδομένα της μετανάστευσης που αφορούν πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, μετανάστες και εσωτερικά εκτοπισμένους πληθυσμούς, διαπιστώνουν ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ), η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (UNHCR), η UNICEF, η Eurostat και ο ΟΟΣΑ. Με μία κοινή πρόταση δράσης, οι πέντε οργανισμοί αποδεικνύουν πόσο σημαντικά είναι τα μεταναστευτικά δεδομένα προκειμένου να αντιληφθεί κανείς τις μορφές της μετανάστευσης και να εφαρμόσει αρτιότερες πολιτικές υποστήριξης των ευάλωτων ομάδων.
Η κοινή πρόταση δράσης μεταξύ άλλων αναφέρει ότι:
- Υπάρχουν πληροφορίες και στοιχεία μόνο για το 56% του προσφυγικού πληθυσμού που βρίσκεται υπό τη δικαιοδοσία της UNHCR.
- Μόνο το 20% των χωρών που έχουν στοιχεία για εσωτερικά εκτοπισμένους πληθυσμούς διαθέτουν πληροφορίες και για την ηλικία των θυμάτων.
- Σχεδόν το 25% των χωρών παγκοσμίως δεν διαθέτουν ηλικιακά στοιχεία για τους μετανάστες τους, με το αντίστοιχο ποσοστό στις Αφρικανικές χώρες να φτάνει το 43%.
Σε πάρα πολλές χώρες τα διαθέσιμα στοιχεία για τη μετανάστευση δεν περιλαμβάνουν πληροφορίες για την ηλικία, το φύλο, την εθνικότητα, για το εάν ένα παιδί είναι ασυνόδευτο ή όχι. Ως αποτέλεσμα, καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο να γνωρίζει κανείς με ακρίβεια τον αριθμό των παιδιών που κινούνται παγκοσμίως.
Τη στιγμή που πολλές οικογένειες με παιδιά μετακινούνται οικειοθελώς και με ασφάλεια από τη μία χώρα στην άλλη, εκατομμύρια παιδιά – εκτοπισμένα από τις χώρες τους– βρίσκονται εκτεθειμένα σε κίνδυνο. Μην έχοντας πρόσβαση σε νόμιμες μεταναστευτικές οδούς, εκτίθενται στη βία, την κακοποίηση και την εκμετάλλευση.
Το 2016, περισσότερα από 12 εκατομμύρια παιδιά ζούσαν ως πρόσφυγες ή αιτούντες άσυλο, την ώρα που 23 εκατομμύρια παιδιά ζούσαν υπό συνθήκες εσωτερικού εκτοπισμού (16 εκ. λόγω συγκρούσεων και 7 εκ. λόγω φυσικών καταστροφών). Ωστόσο τα πραγματικά νούμερα είναι πολύ μεγαλύτερα.
«Χρειαζόμαστε αξιόπιστα και καλύτερα στοιχεία για τους ανήλικους μετανάστες προκειμένου να εγγυηθούμε την ασφάλειά τους. Στοιχεία για το φύλο, την ηλικία και την εθνικότητα βοηθούν στην κατανόηση των πραγματικών αναγκών των παιδιών», αναφέρει ο Γενικός Διευθυντής του ΔΟΜ, William Lacy Swing.
«Τα κενά στην ενημέρωση υπονομεύουν την ικανότητά μας να βοηθήσουμε τα παιδιά», αναφέρει ο Laurence Chandy, Διευθυντής της UNICEF στο τμήμα Δεδομένων και Πολιτικών. «Οι ανήλικοι μετανάστες, ιδίως αυτοί που μετακινούνται μόνοι τους, γίνονται εύκολο στόχοι για όσους επιθυμούν να τους βλάψουν προς όφελός τους», προσθέτει.
«Πολλά παιδιά – πρόσφυγες έχουν υποστεί φρικτές μορφές βίας, υποφέροντας ακόμα και στις χώρες καταγωγής τους. Έχουν ανάγκη και δικαιούνται προστασίας, ωστόσο για να είμαστε σε θέση να την προσφέρουμε χρειαζόμαστε στοιχεία για την ταυτότητά τους και τις ανάγκες τους», αναφέρει ο Volker Türk, από την UNHCR.
«Ο χρόνος, η ηλικία, είναι η πεμπτουσία της ένταξης στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η επιτυχία ή η αποτυχία σε μία τόσο ευάλωτη ηλικία – την παιδική – μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας. Μόνο με εμπεριστατωμένη γνώση, στηριζόμενη σε στοιχεία, μπορούμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες των παιδιών, να τα προστατέψουμε, να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητές τους και τα προσόντα τους καθώς μεταβαίνουν από το σχολείο στην αγορά εργασίας», αναφέρει ο Stefano Carpetta, Διευθυντής Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΟΣΑ.