«Έχουμε συνηθίσει σε μια ζωή γεμάτη αλλαγές, ειδικά στη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών», είπε η Hawa από το Αφγανιστάν, που έφτασε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2019, αφού έφυγε από την πατρίδα της, την πόλη Χεράτ, μαζί με τον σύζυγό της Ahmad και τα δύο παιδιά τους, Wahed (11) και Milad (4). 

«Το ταξίδι μας διήρκεσε 7 μήνες και από την Τουρκία περάσαμε στη Λέσβο. Μείναμε στη Μόρια για σχεδόν ενάμιση χρόνο. Η φωτιά του Σεπτεμβρίου ήταν μια από τις πιο τραυματικές εμπειρίες της ζωής μου», παραδέχτηκε, ενώ έφερνε στη μνήμη της εκείνες τις δύσκολες μέρες. 

«Όταν ξέσπασε η φωτιά, κοιμόμασταν σε μια μεγάλη σκηνή, μαζί με άλλες οικογένειες. Ξύπνησα και είδα τη φωτιά, τη μύρισα. Έβλεπες μικρές εκρήξεις να γίνονται παντού. Νόμιζα ότι η ακοή μου θα επηρεαζόταν σοβαρά. Το σώμα μου έτρεμε και ήμασταν όλοι πολύ φοβισμένοι», συνέχισε. 

«Λόγω του περιορισμένου χώρου που είχαμε στη σκηνή μας, όλα τα ρούχα μας, όλα μας τα πράγματα ήταν ήδη πακεταρισμένα. Ήμουν έτοιμη να φύγω. Η μόνη μου επιλογή ήταν να ακολουθήσω το πλήθος ώστε να βγω από τη δομή και να ξεφύγω από τη φωτιά». 

Ο ΔΟM συνάντησε τη Hawa και την οικογένειά της σε μια δομή προσωρινής φιλοξενίας στην Αθήνα, καθώς ανέμεναν τη μετεγκατάστασή τους στη Γερμανία. 

«Τόσο πριν όσο και μετά τη φωτιά στη Μόρια, νιώθαμε απελπισμένοι. Δεν νιώθαμε ασφαλείς», εξήγησε η Hawa. Ανυπομονώντας όμως για μια νέα αρχή για την οικογένειά της στη Γερμανία, εξέφρασε αισιοδοξία και ελπίδα. 

«Σήμερα, εδώ, αισθανόμαστε και πάλι άνθρωποι. Μας επιτρέπεται να έχουμε επιλογές και ευκαιρίες για εμάς και για τα παιδιά μας. Μπορώ να πω ότι η ζωή μας άρχισε ξανά να κυλά», είπε. 

Ο Ahmad, ο σύζυγος της Hawa, θυμάται την τρομερή κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την ημέρα, που η φωτιά στη Μόρια τους άφησε άστεγους. «Περιφερόμασταν μόνοι στους δρόμους της Λέσβου. Νιώθαμε απελπισμένοι», είπε. 

«Στο Αφγανιστάν εργαζόμουν ως αγρότης. Το να φύγουμε αναζητώντας ένα μέρος όπου θα επικρατούσε η ειρήνη αποτελούσε μονόδρομο για εμάς. Θέλουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και ελπίδας», συνέχισε, αγκαλιάζοντας το γιο του, τον μικρό Milad. 

«Πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν ξέρω τι να νιώσω αυτή τη στιγμή. Έχω, μάλλον, ανάμικτα συναισθήματα. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο ξεκίνημα, σε νέες πόρτες που είναι έτοιμες να ανοίξουν, προσφέροντάς μας μια νέα αρχή, αλλά ταυτόχρονα όλο αυτό είναι κάτι άγνωστο για εμάς. Όπως και να ’χει θα προσπαθήσουμε να κάνουμε το καλύτερο για εμάς και για τα παιδιά μας», είπε η Hawa. 

«Θέλω να μοιραστώ τις καλύτερες ευχές μου για τους ανθρώπους που βρίσκονται στην Ελλάδα. Μερικοί από αυτούς είναι ευάλωτοι, ή έχουν αναπηρίες και σοβαρά προβλήματα υγείας», είπε. 

Η Hawa, ο Ahmad, και ο Wahed και ο Milad μετεγκαταστάθηκαν στη Γερμανία τον Οκτώβριο, ως αιτούντες άσυλο στο πλαίσιο του χρηματοδοτούμενου από την ΕΕ προγράμματος μετεγκατάστασης. Φέτος, 1.013 αιτούντες άσυλο έχουν μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ενώ ο συνολικός αριθμός των μετεγκατασταθέντων, συμπεριλαμβανομένων προσφύγων και ασυνόδευτων ανηλίκων, ανέρχεται στα 1.622 άτομα. 

Το πρόγραμμα μετεγκατάστασης χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (DG HOME), υλοποιείται από την Ελληνική Κυβέρνηση, μέσω της Ειδικής Γραμματείας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων και την Γενική Γραμματεία Μεταναστευτικής Πολιτικής, με τη συμμετοχή των κρατών-μελών της ΕΕ που συμμετέχουν στο πρόγραμμα και συντονίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο ΔΟΜ συνεργάζεται στενά με τους εταίρους του ΟΗΕ, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF) για τη στήριξη όλων των πτυχών της διαδικασίας μετεγκατάστασης σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) και άλλους εταίρους.