«Για πολλά χρόνια ένιωθα αδύναμη. Δεν μπορούσα να πάρω τις δικές μου αποφάσεις. Δεν μπορούσα να μιλήσω για όσα ένιωθα. Ήμουν μία μαριονέτα στα χέρια της οικογένειάς μου», λέει η Νίνα, μία 36χρονη προσφύγισσα από το Καμερούν. Η Νίνα έφυγε από τη χώρα της το 2017 χωρίς να το γνωρίζουν οι πιο κοντινοί της άνθρωποι: οι αδερφές της, η άρρωστη μητέρα της ή ο σύζυγός της. Το πιο δύσκολο κομμάτι αυτής της διαδικασίας ήταν ότι αναγκάστηκε να αφήσει τα παιδιά της.

«Δεν είχα καν την ευκαιρία να αποχαιρετήσω τα παιδιά μου. Η ζωή μου ήταν σε κίνδυνο λόγω των επιλογών μου, των πεποιθήσεών μου, των σκέψεών μου. Δεν μπορούσα να πω σε κανέναν ότι θα έφευγα».

Η Νίνα προσπαθούσε να αποφύγει το αναπόφευκτο: Να παντρευτεί έναν άντρα που δεν ήθελε. «Ήμασταν μια πολύ φτωχή οικογένεια. Όταν ο πατέρας μου πέθανε, προσπαθούσα να βρω δουλειά για να στηρίξω τις αδερφές μου και τη μαμά μου. Άρχισα να εργάζομαι ως ταμίας σε μια εταιρεία και στη συνέχεια κατάφερα να πάρω προαγωγή. Αλλά τα χρήματα εξακολουθούσαν να είναι πολύ λίγα. Όταν η μητέρα μου αρρώστησε, δεν είχα άλλη επιλογή από το να παντρευτώ».

Η Νίνα ήταν πάντα αποφασισμένη να ακολουθήσει το δικό της μονοπάτι. «Είμαι τραγουδίστρια. Άρχισα να τραγουδάω όταν ήμουν 14 ετών. Η οικογένειά μου δεν ενέκρινε την απόφασή μου. Υποστήριζαν ότι η μουσική είναι ένα ακατάλληλο επάγγελμα για ένα κορίτσι κι έτσι μου το απαγόρευσαν. Όταν οι γονείς μου ανακάλυψαν τα βιβλία μουσικής μου, τους έβαλαν φωτιά, αλλά αυτό δεν ήταν ικανό να με σταματήσει. Δημιούργησα τη δική μου μπάντα και τραγουδούσα κρυφά σε γάμους», θυμάται.

Η Νίνα εξομολογείται ότι ήξερε πάντα πώς ήθελε να ζήσει τη ζωή της. Ήθελε να είναι ελεύθερη και να γράψει τους δικούς της κανόνες. Λόγω αυτών των στοιχείων του χαρακτήρα της η οικογένειά της την κρατούσε στο περιθώριο. «Η αδερφή μου συνήθιζε να μου λέει ότι μονίμως δημιουργώ προβλήματα στην οικογένειά μας», θυμάται.

«Η ζωή έγινε ακόμα πιο δύσκολη μόλις παντρεύτηκα. Θυμάμαι αμέτρητες νύχτες να μην μπορώ να κοιμηθώ. Η ζωή μου ήταν ένα βασανιστήριο. Κοιμόμουν δίπλα σε έναν ξένο. Ήμουν ντροπή για την οικογένειά μου. Δεν μου επέτρεπαν καν να δω τα παιδιά μου. Τα χέρια μου, η καρδιά μου, το σώμα μου ήταν άδεια. Η ψυχή μου ήταν απούσα, αιμορραγούσε».

«Άξιζα να αγαπηθώ γι’ αυτό το οποίο ήμουν. Αλλά εκείνη την περίοδο, δεν ήξερα πλέον ποια ήμουν», λέει ενώ θυμάται ότι αυτή ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να φύγει. Μετά από πολλές προκλήσεις, η Νίνα έφτασε στην Ελλάδα το 2019.

«Τη στιγμή που έφτασα στη Λέσβο, άρχισα να νιώθω ξανά ζωντανή. Ένιωσα ανακουφισμένη και κατά κάποιον τρόπο ελεύθερη. Παρόλο που τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, ένιωθα καλά μέσα μου. Ήξερα ότι μου δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Θα μπορούσα να είμαι ο εαυτός μου, να βρω δουλειά, να πάρω τα παιδιά και τη ζωή μου πίσω. Έκανα αίτηση για άσυλο, πήγα στη Λάρισα και μετά στην Αθήνα».

Μόλις η Νίνα αναγνωρίστηκε ως προσφύγισσα, αποφάσισε να εγγραφεί στο πρόγραμμα ένταξης HELIOS που χρηματοδοτείται από την ΕΕ και υλοποιείται από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ). Το πρόγραμμα υποστηρίζει αναγνωρισμένους πρόσφυγες να ενταχθούν και να ζήσουν αυτόνομα στην ελληνική κοινωνία.

Το προσωπικό του HELIOS καθοδήγησε την Νίνα στη διαδικασία εύρεσης και ενοικίασης κατοικίας και τώρα η Νίνα ζει σε διαμέρισμα που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας. Ταυτόχρονα, παρακολουθεί μαθήματα ελληνικής γλώσσας στο Εκπαιδευτικό Κέντρο Ένταξης του HELIOS στην Αθήνα και σπουδάζει στο Alba Graduate Business School, μέσω υποτροφίας που η ίδια βρήκε στο διαδίκτυο.

Η Νίνα έλαβε τη στήριξη και της εργασιακής συμβούλου του HELIOS, με την οποία βρίσκεται σε τακτική και ουσιαστική επικοινωνία με στόχο την ενδυνάμωσή της και την επίτευξη των εκπαιδευτικών και εργασιακών στόχων. Στο πλαίσιο αυτό, η Νίνα έλαβε το δίπλωμα της αγγλικής γλώσσας, το οποίο έχει ήδη αποδειχθεί πολύτιμο εργαλείο για την επαγγελματική της σταδιοδρομία.

«Δουλεύω εξ αποστάσεως σε μια μεγάλη εταιρεία εξυπηρέτησης πελατών. Είμαι πολύ χαρούμενη για αυτό. Σπουδάζω επίσης Οικονομικά μέσω ενός προγράμματος υποτροφιών του Alba Graduate Business School. Μόλις το είδα στο διαδίκτυο, σκέφτηκα ότι αυτό θα μπορούσε να είναι καλό για μένα».

«Παρόλο που δεν είμαι πολύ κοινωνική, έχω κάνει φίλους στην Ελλάδα. Μια Ελληνο – Καμερουνέζικη οικογένεια είναι οι πιο κοντινοί μου άνθρωποι. Μοιραζόμαστε χρόνο μαζί, μιλώντας για τη ζωή στην Ελλάδα, τα παιδιά μας και τις φιλοδοξίες μας», λέει με καλοσύνη. «Λατρεύω την Αθήνα, λατρεύω το γεγονός ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μου πει πώς πρέπει να ζω ή τι πρέπει να κάνω».

Σήμερα, η Νίνα αισθάνεται ελεύθερη να κυνηγήσει τα όνειρα που είχε ως μικρό κορίτσι, αλλά το πιο δύσκολο κομμάτι είναι ακόμα εκεί: Της λείπουν τα παιδιά της.

«Η αδερφή μου μεγαλώνει τα παιδιά μου κι ακόμη και σήμερα δεν μου επιτρέπει να επικοινωνώ μαζί τους. Μια καλή φίλη μου τους επισκέπτεται και με ενημερώνει για την κατάστασή τους», λέει. «Έχω υποβάλει αίτηση για το πρόγραμμα Οικογενειακής Επανένωσης και δεν θα σταματήσω να περιμένω μέχρι να δω ξανά τα παιδιά μου».

Ωστόσο, δεν έχει μετανιώσει για την απόφασή της. «Πιστεύω ότι ανεξάρτητα από το μέρος που γεννιόμαστε, τις επιλογές και τις πεποιθήσεις μας, όλοι μας αξίζουμε να ζούμε όπως ακριβώς θέλουμε. Εξάλλου, ζούμε μόνο μία φορά».

Μέσω του προγράμματος HELIOS, ο ΔΟΜ στοχεύει στην προώθηση της ένταξης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας στην ελληνική κοινωνία μέσω μαθημάτων ένταξης, στήριξης της στέγασης και της απασχόλησης. Το πρόγραμμα HELIOS του ΔΟΜ υλοποιείται με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - DG HOME.

 

* Η Νίνα ζήτησε από τον ΔΟΜ να μην αποκαλύψει το επώνυμό της.